ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΟΚΕ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

(Πηγές: ΑΠΕ)

 

Τους βλέπουμε καθημερινά να περπατούν στο δρόμο δίπλα μας, να παίρνουν τα
λεωφορεία μαζί μας, να ζουν σε απόσταση αναπνοής από τη ζωή μας, στα σπίτια
μας, ή στις δουλειές μας. Τους βλέπουμε να μιλούν τα ελληνικά με διάφορες
προφορές και να πασχίζουν για το μεροκάματο όπου και όπως μπορούν. Οι
μετανάστες, εκατοντάδες πρόσωπα με τα ιδιαίτερα σωματικά χαρακτηριστικά
άλλων φυλών, έχουν εισβάλει για τα καλά στην πραγματικότητά μας. Αναγκαίο
κακό, ή ευλογία θεού; Σε αυτό το ερώτημα διστάζουμε να απαντήσουμε σταράτα.
Ίσως γιατί η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση ή επειδή οι δύο ακραίες
απόψεις βρίσκουν τελικά υποστηριχτές σε διάφορα στρώματα της ελληνικής
κοινωνίας;
Απαντήσεις για τη μετανάστευση σε κάθε επίπεδο, πολιτικό, οικονομικό,
κοινωνικό, επιχείρησε να δώσει η ΟΚΕ, η ελληνική Οικονομική και Κοινωνική
Επιτροπή, σε μία διεθνή συνδιάσκεψη που διοργάνωσε επί ένα διήμερο στην
Παλιά Βουλή, μέσα από τις αναλύσεις έγκριτων συνέδρων από πολλές χώρες.
Χώρες που βιώνουν το φαινόμενο αυτό είτε, όπως εμείς, ως χώρες υποδοχής,
είτε ως χώρες προέλευσης μεταναστών. Διότι είναι πλέον σαφές σε όλους ότι η
μετανάστευση στην πιο πρόσφατη «άτακτη» μορφή της είναι ένα
παγκοσμιοποιημένο, υπερεθνικό φαινόμενο που εμπλέκει όλους και κυρίως το
σπίτι μας, την Ευρώπη. Γι αυτό και οι απαντήσεις, πέρα από τις
ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας, πρέπει να είναι συλλογικές και συντονισμένες.
Αυτός ήταν άλλωστε και ο κεντρικός πυρήνας του συνεδρίου, στο ίδιο
σκεπτικό απαντούν και οι προσπάθειες που καταβάλει η ελληνική προεδρία
θέτοντας το θέμα της μετανάστευσης στον κατάλογο των προτεραιοτήτων της.
Αυτό ήταν και το βασικό συμπέρασμα του συνεδρίου καθώς κατά γενική παραδοχή
δεν πρόκειται για ένα φαινόμενο περιστασιακό αλλά μόνιμο στο οποίο κανείς
δεν μπορεί ούτε να κλείσει τα μάτια, ούτε να το προσεγγίσει με προχειρότητα.
Η μετανάστευση που άρχισε να εκδηλώνεται αργά αλλά σταθερά πριν από
μία δεκαετία στην Ελλάδα μας έπιασε, στην κυριολεξία, στον .ύπνο, όπως
τόνισαν και πολλοί Έλληνες σύνεδροι. Κοινωνικά και νομοθετικά. Μας τρόμαξε,
μας ενόχλησε, μας έβγαλε, χωρίς να μας ρωτήσει, από την οικειότητα της
ομοιογένειάς μας. Οι εικόνες των «κακών» Αλβανών που λήστευαν και σκότωναν,
οι μοναδικές εικόνες που πρόβαλαν τα δελτία των ειδήσεων, ήρθαν και έκαναν
διάτρητες τις καρδιές μας από το φόβο και την απώθηση. Από τότε και για μια
ολόκληρη δεκαετία, μολονότι πολύ νερό κύλησε στο αυλάκι, ο φόβος και τα
ερωτηματικά αμβλύνθηκαν αλλά δεν έφυγαν. Η δε διαδικασία της νομιμοποίησης
αρχικά δειλή και αργότερα πιο ουσιαστική απαιτεί πιο σφαιρική προσέγγιση.
Τώρα πια οι χώρες υποδοχής, όπως και η δικιά μας, αρχίζουν να κάνουν
πολλά βήματα γύρω από τους τρεις βασικούς άξονες του προβλήματος: τους όρους
νομιμοποίησης των μεταναστών, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους καθώς
επίσης και την κοινωνική τους αντιμετώπιση. Αυτό διαφάνηκε και από τις
τοποθετήσεις των δύο υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας, κ.κ. Κώστα Σκανδαλίδη
και Δημήτρη Ρέππα που απηύθυναν χαιρετισμό στο συνέδριο.
Για το θέμα της νομιμοποίησης, στο συνέδριο αποσαφηνίστηκε ότι
κανένα κράτος δεν μπορεί να ακολουθήσει επιλεκτική πολιτική ως προς το τι
είδους μετανάστες επιθυμεί, μπορεί όμως και οφείλει να διαμορφώσει τους
όρους που θα επιτρέψουν στους έτσι και αλλιώς υπάρχοντες μετανάστες να
νομιμοποιηθούν όταν καλύπτουν ανάγκες της αγοράς εργασίας. Για να γίνει αυτό
όμως απαιτούνται απλές, διαφανείς και ρεαλιστικές διαδικασίες όπως τόνισε η
Μαρία Δαμανάκη.
Κανείς από τους συνέδρους δεν αμφέβαλε επίσης ως προς την ανάγκη να
δοθούν ίσα δικαιώματα σε ό,τι αφορά την εργασία, την ασφάλιση, την υγεία,
την παιδεία των νόμιμων μεταναστών, ώστε να ωθήσει αυτούς που κινούνται στη
μαύρη αγορά εργασίας να θέλουν να νομιμοποιηθούν, εξαναγκάζοντας και τους
εργοδότες να μη βολεύονται στα φτηνά, λόγω παρανομίας, εργατικά χέρια. Για
να γίνει όμως αυτό απαιτούνται ελεγκτικοί μηχανισμοί και εύκολη πρόσβαση των
μεταναστών στις αρχές, όπως τόνισε η υφυπουργός Οικονομικών, Εργασίας και
Κοινωνικής Πολιτικής της Πολωνίας κ.Krystyna Tokarska-Biernacik. Έτσι θα
υποχρεωθούν και οι μετανάστες από τη δική τους πλευρά να καταβάλουν τις
γνωστές σε όλους μας υποχρεώσεις, όπως φορολογία, ασφαλιστικές εισφορές,
υποχρεωτική εκπαίδευση για τα παιδιά κλπ.
Πέρα από τη νομοθεσία το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η κοινωνική τους
ένταξη, η πραγματική ενσωμάτωσή τους με τις κοινωνίες υποδοχής που
επιδεινώνεται με τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, όπως επισήμανε ο πρόεδρος
της ΟΚΕ Ιταλίας κ. Τζιόρτζιο Αλεσαντρίνι. Η Ιταλία, ζώντας μία ανάλογη
κατάσταση με τη δική μας, γνωρίζει πολύ καλά τ προβλήματα ξενοφοβίας που
δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο αποξένωσης ημεδαπών και αλλοδαπών. Κι εδώ κρίνει
αναγκαία τη συμβολή των κοινωνικών φορέων, των ΜΜΕ, των εθελοντικών
οργανώσεων για να ρίξουν τα τείχη με τους μετανάστες με μία αμφίδρομη
προσέγγιση και των δύο πλευρών. Προσέγγιση η οποία όμως θα λαμβάνει υπόψη
τις ιδιαιτερότητες της κάθε εθνικότητας και κάθε λαού, όπως τόνισαν η
πρόεδρος του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής κα Φωτεινή Τσαλίκογλου
και ο γενικός γραμματέας της φιλανδικής ΟΚΕ κ.Seppo Leppaenen.
Οι κοινωνίες υποδοχής πρέπει να καταλάβουν τις θετικές συνέπειες
της μετανάστευσης που είναι, κατά γενική ομολογία των συνέδρων,
υποβαθμισμένες στη συλλογική συνείδηση πολλών κοινωνιών. Ήδη στην Ιρλανδία
και στην Αυστρία, όπως εξήγησαν ο πρόεδρος της ιρλανδικής ΟΚΕ κ.Rory O'
Donnell και ο γ. γραμματέας της αυστριακής ΟΚΕ κ.Alexander Hofmann,η συμβολή
των μεταναστών στην ανάπτυξη των χωρών τους της τελευταίας δεκαετίας ήταν
μεγάλη. Ο ρατσισμός δεν είναι μία έμφυτη τάση αλλά δημιούργημα συγκεκριμένων
συνθηκών που έχουν να κάνουν με την απουσία επαφής και την έλλειψη θετικής
ενημέρωσης. Και σε αυτό το σημείο το Κράτος έχει πολλές ευθύνες. Ιδιαίτερα
στον τομέα της εκπαίδευσης, πρέπει να ενθαρρυνθεί ο θεσμός των
πολυπολιτισμικών σχολείων ώστε τα παιδιά αυτά που θα είναι αύριο πολίτες
των χωρών διαμονής τους να γνωρίσουν την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας
όπου βρίσκονται, αλλά και να διευρύνουν τους ορίζοντες της γνώσης των δικών
μας παιδιών.

Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Η ΕΝΙΑΙΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ η ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική
πρέπει να λάβει σάρκα και οστά μέχρι το Μάιο του 2004, αλλά το εγχείρημα
όπως ήδη διαφαίνεται καθαρά δεν είναι διόλου εύκολο. Τα ζητήματα είναι κατά
βάση δύο: ο έλεγχος των μεταναστευτικών ροών και τα οικονομικά και κοινωνικά
μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν σε κοινοτικό επίπεδο.
Αν δει κανείς τις βασικές αιτίες που προκαλούν τη μετανάστευση,
τους πολέμους και τη φτώχεια του Τρίτου κόσμου, αντιλαμβάνεται ότι τα
πράγματα είναι δύσκολα. Ας δούμε τι είπαν οι σύνεδροι για το «πιο εύκολο»,
τη φτώχεια. Είναι γνωστό το ανθρωπιστικό πρόσωπο της Ε.Ε στον κόσμο. Η
αναπτυξιακή βοήθεια των χωρών μελών της ΕΕ είναι μία πραγματικότητα, όπως
τόνισαν οι σύνεδροι, αλλά θα πρέπει να ενισχυθεί ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να
ελεγχθούν τόσο οι σκοποί της όσο και η διαφάνεια του τρόπου διάθεσής της.
Για να γίνει αυτό τα κράτη που λαμβάνουν ανθρωπιστική βοήθεια πρέπει να
υποχρεούνται να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για τον έλεγχο της εξωτερικής τους
μετανάστευσης.
Το θέμα του πολέμου, ως εστία εξαγωγής μεταναστών, για την ΕΕ
τίθεται σαφώς αρχικά σε ανάπτυξη κοινής εξωτερικής πολιτικής με βασικό στόχο
την προαγωγή της ειρήνης. Ας μην ξεχνάμε ότι την τελευταία δεκαετία βασική
πηγή μετανάστευσης ήταν πόλεμοι που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί.
Πέρα όμως από τις αιτίες η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο βασικά
και άκρως πιεστικά προβλήματα. Το οργανωμένο έγκλημα που μετέτρεψε τη
διακίνηση των απελπισμένων ανθρώπων σε επικερδέστατη επιχείρηση και τη
φύλαξη των συνόρων της. Όσον αφορά στο πρώτο το σχετικό πρωτόκολλο του ΟΗΕ
κρίθηκε από τους συνέδρους ως ένα καλό βήμα αλλά επισημάνθηκε ότι πρέπει να
υλοποιηθεί επιχειρησιακά από τις αστυνομίες που θα συνεργάζονται στενά
μεταξύ τους.
Στενή συνεργασία των αστυνομιών επιβάλλεται και σε ό,τι αφορά την
φύλαξη των συνόρων διότι μόνον έτσι μπορούμε να ελπίζουμε ότι αφενός θα
πληγούν τα παράνομα κυκλώματα διακίνησης μεταναστών και αφετέρου θα αυξηθεί
το ποσοστό της νόμιμης μετανάστευσης με τις θετικές κοινωνικές και
οικονομικές συνέπειες που αυτό συνεπάγεται για τις χώρες υποδοχής. Και
βέβαια, κατά γενική παραδοχή των συνέδρων, η φύλαξη των συνόρων των χωρών
μελών της ΕΕ δεν μπορεί να είναι μόνο εθνική υπόθεση γι αυτό και θα πρέπει
να διατεθούν οι αναγκαίοι πόροι σε χώρες που αντικειμενικά λόγω της
γεωγραφικής θέσης τους αποτελούν τις πύλες μετανάστευσης.
Όπως δεν μπορεί να είναι εθνική υπόθεση η σχέση των χωρών υποδοχής
με τις χώρες εξαγωγής μεταναστών. Οι μέχρι τώρα διμερείς συμφωνίες σε
επίπεδο μεμονωμένων κρατών, όπως αποδεικνύουν οι πρόσφατες εμπειρίες δεν
αρκούν, όπως επισήμαναν ο πρόεδρος της ρουμανικής ΟΚΕ και ο γ.γ της
ουγγρικής ΟΚΕ, κ.κ. Radu Colceag και Kinga Goencz, αντίστοιχα. Η
διαπραγματευτική ικανότητα της ΕΕ είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή των
κρατών-μελών της με αποτέλεσμα και οι σχετικές συμβάσεις να έχουν μεγαλύτερη
υλοποίηση.
Διασπασμένη είναι η Ε.Ε και ως προς τα οικονομικά και κοινωνικά
μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν σε μία ενιαία κοινοτική μεταναστευτική
πολιτική. Οι λόγοι είναι προφανείς, καθώς στην Ευρώπη υπάρχουν πολλές
διαφορετικές πραγματικότητες που συγκρούονται με παλαιότερες μορφές
μετανάστευσης, όπως η αποικιοκρατική ή η βιομηχανική.
Μολονότι η Ευρώπη έχει κάνει μικρά βήματα προόδου στον τομέα αυτό
χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η δυσκολία για την Οδηγία σχετικά με την
οικογενειακή επανένωση των μεταναστών η οποία ολοκληρώθηκε προχθές, δηλαδή
επί ελληνικής προεδρίας, όπως επισήμανε η ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και
πρόεδρος της Επιτροπής των δικαιωμάτων των γυναικών και ίσων ευκαιριών του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Άννα Καραμάνου.
Στο συνέδριο κατέστη σαφές ότι η μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ
πρέπει να αποκτήσει αυτονομία και να προσεγγίζεται με ολοκληρωμένο και όχι
αποσπασματικό τρόπο ενσωματωμένη σε άλλες πολιτικές. Σε αυτό το πλαίσιο
απαιτείται να δοθεί έμφαση και στη χρηματοδότηση πολιτικών για την
ενσωμάτωση των μεταναστών στις κοινωνίες. Διότι πρέπει να καταλάβουμε όλοι
ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες τώρα και στο μέλλον παίρνουν μορφή
πολυπολιτισμικών κοινωνιών σε μία μη αναστρέψιμη κατάσταση. Μια
πραγματικότητα που μπορεί, και πρέπει να προσπαθήσουμε, να μετατραπεί σε
πλούτο για όλους. Όπως έγιναν πλούσιες πολιτιστικά και οικονομικά οι
κοινωνίες που δέχθηκαν τους δικούς μας μετανάστες, πριν από μερικές
δεκαετίες, όταν τους άφησαν να ριζώσουν και να ευημερήσουν.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΚΕ ΚΑΘ. ΑΝΔΡΕΑ ΚΙΝΤΗ

ΕΡ. Τώρα που το συνέδριο τελείωσε τι πιστεύετε ότι έμεινε επί της ουσίας για
κάτι πιο εποικοδομητικό;
ΑΠ. Έμεινε η κοινή αντίληψη που εκφράστηκε από όλους τους συνέδρους ότι
πρέπει να υπάρξει μία κοινή ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης χωρίς φυσικά να
παραβλέπουμε τα προβλήματα που υπάρχουν στις διάφορες χώρες. Κατέστη σαφές
ότι η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει από κοινού και σοβαρά το πρόβλημα χωρίς
ημίμετρα, δηλαδή με μέτρα που θα μεγιστοποιήσουν τη θετική συμβολή των
μεταναστών στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξή της και θα
ελαχιστοποιήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της μετανάστευσης που δεν είναι
λίγες και δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν.
Ένα άλλο θέμα που η ΕΕ δεν μπορεί να μην λαμβάνει υπόψη της και βάσει
του αξιακού μοντέλου που ακολουθεί είναι το γεγονός ότι οι μετανάστες είναι
άτομα που αναζητούν μία καλύτερη ζωή στις χώρες της γι αυτό και πρέπει να
τους αντιμετωπίσει με ένα συμπαθητικό βλέμμα.

ΕΡ. Δηλαδή η Ευρώπη θα πρέπει να στείλει και ένα θετικό μήνυμα στους λαούς
της;
Απ. Ναι βεβαίως, είναι απαραίτητο μέσα από την πολιτική και τους μηχανισμούς
της να περάσει το μήνυμα στους λαούς της ότι οι μετανάστες είναι ένα κομμάτι
από τον πληθυσμό κάθε χώρας. Δεν μπορούμε να τους περιθωριοποιούμε ούτε
έχουμε το δικαίωμα να τους αγνοούμε, γιατί ήδη ζουν μαζί μας.

ΕΡ. Βέβαια και οι κοινωνικοί φορείς οφείλουν, όπως ακούστηκε στο συνέδριο,
ότι πρέπει να περάσουν το μήνυμα. Και η ΟΚΕ συνιστά έναν θεσμικό κοινωνικό
φορέα.
ΑΠ. Και εμείς ως συνταγματικός θεσμός στις χώρες της ΕΕ, που είμαστε η
ανώτερη μορφή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών. Ως τέτοιος θεσμός
θέλουμε να περάσουμε το μήνυμα στην ελληνική κοινωνία, κυβέρνηση και κόμματα
αλλά και στους φορείς τους δικούς μας ότι πρέπει να δούμε το πρόβλημα της
μετανάστευσης με ρεαλιστικό αλλά και ανθρώπινο μάτι.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ ΟΚΕ Κ. ΓΡΗΓΟΡΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΥ

ΕΡ. Πώς ξεκίνησε η ιδέα αυτού του συνεδρίου από εσάς;
ΑΠ. Το συνέδριο έγινε εν όψει την ελληνικής προεδρίας, και στο σύνολό του
χρηματοδοτήθηκε από ην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, άρα έχει και μία νομιμοποίηση σε
ευρωπαϊκό επίπεδο διότι ενδιαφέρουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αυτά τα
συμπεράσματα του συνεδρίου για τη χάραξη μίας κοινής μεταναστευτικής
πολιτικής της ΕΕ.

ΕΡ. Σε τι διαφέρει το συνέδριο αυτό από τα άλλα που έχουν γίνει γύρω από το
ίδιο θέμα;
ΑΠ. Εμείς επιλέξαμε ένα μικτό συνέδριο, επιστημονικό- είχαμε αναθέσει σε
έναν εξαίρετο καθηγητή του Πανεπιστημίου της Αθήνας να κάνει μία
επιστημονική μελέτη σε ό,τι αφορά τη μεταναστευτική πολιτική- και πολιτικό,
με την έννοια ότι συμμετείχαν όλοι οι ευρωπαϊκοί κοινωνικοί φορείς, όπως
εκφράζονται από τις οικονομικές και κοινωνικές επιτροπές.
Η αξία του συνεδρίου είναι ότι κάθισαν στο ίδιο τραπέζι κοινωνικοί
εταίροι και συζήτησαν για ένα πάρα πολύ σημαντικό θέμα που τους αφορά.
Εργοδότες και Εργαζόμενοι. Σημαντικές παρεμβάσεις έκαναν και οι ελληνικοί
κοινωνικοί εταίροι, όπως η ΓΣΕΕ και ο ΣΕΒ. Πιστεύω ότι αυτά τα συμπεράσματα
του συνεδρίου θα αποτελέσουν χρήσιμο υλικό και για την ελληνική προεδρία, να
στηρίξει τη θέση της στη χάραξη μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής αλλά και
την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή που χρειάζεται τη στήριξη σε
εθνικό επίπεδο και μάλιστα όταν αυτή η χώρα προεδρεύει, για την υιοθέτηση
αυτών των μέτρων. Μέτρων όχι απαραίτητα για την προστασία των συνόρων της ΕΕ
αλλά και μέτρων για την οικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών
διότι αποτελούν πλέον πολίτες ντε φάκτο της ΕΕ.

ΕΡ. Ποια θα μπορούσε να είναι η χρυσή τομή;
ΑΠ. Η χρυσή τομή αφορά τα πολιτικά μέτρα. Εγώ πιστεύω- διότι ακούστηκαν και
πάρα πολλά πράγματα- ότι δεν μπορεί να χαραχθεί μία κοινή μεταναστευτική
πολιτική που να μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε χώρα, διότι η κάθε χώρα έχει
τις δικές της ιδεολογικές ιδιαιτερότητες. Διότι άλλο η Γαλλία, η οποία έχει
πολλά προβλήματα σε επίπεδο κοινωνίας στην αποδοχή των μεταναστών παρόλο που
τους έχει νομιμοποιήσει και άλλο η Ελλάδα. Εκείνο που πιστεύω είναι ότι θα
πρέπει να βρούμε μία κοινή συνισταμένη η οποία να εφαρμόζεται και να αφορά
τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των μεταναστών στην ΕΕ και από εκεί και πέρα
όπου αυτό απαιτείται να υπάρχει και η αρχή της επικουρικότητας, δηλαδή σε
τοπικό επίπεδο να υπάρχουν και διαφοροποιήσεις που θα έχουν ως στόχο την
καλύτερη οικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών.

 


Επιστροφή